Το απρόβλεπτο των υψηλών θερμοκρασιών
13 Ιουλίου 2024
Είναι νόμιμη η μαριχουάνα στη Γερμανία;
07 Απριλίου 2024
«Οδηγός» για τις Ευρωπαϊκές Εκλογές 2024
13 Μαρτίου 2024
Η πρώτη έκθεση της ΕΕ για το κλίμα: Η προσπάθεια μετράει(;)
07 Φεβρουαρίου 2024
Γράφει η Πόπη Αγγελή (Poppy Angeli)
Η διατροφική δημοκρατία, αποτελεί μια ενδιαφέρουσα σκέψη που καθιερώθηκε για πρώτη φορά από τη Frances Moore Lappé στο έργο της «Δίαιτα για έναν μικρό πλανήτη», το οποίο δημοσιεύθηκε το 1971 και βασίζεται στην πεποίθηση ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα σε υγιεινά και παραγόμενα με όρους βιωσιμότητας τρόφιμα.
Ακολούθως, ο Lang (1998) διερευνώντας περαιτέρω τη διασύνδεση των τροφίμων, της πολιτικής και της δημοκρατίας, υποστήριξε ότι τα συστήματα τροφίμων έχουν βαθιά πολιτική φύση, ενώ η Hassanein επέκτεινε και ανέπτυξε την έννοια της διατροφικής δημοκρατίας, διερευνώντας τον αντίκτυπό της ως προς την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Σύμφωνα με το Food First - Institute for Food and Development Policy, “Η διατροφική δημοκρατία είναι μια κοινωνικοπολιτική έννοια και ταυτόχρονα, ένα κίνημα που υποστηρίζει δίκαιες και συμμετοχικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων εντός του αγροδιατροφικού συστήματος. Περιλαμβάνει τις αρχές της πρόσβασης σε υγιεινά, πολιτισμικά κατάλληλα και βιώσιμα παραγόμενα τρόφιμα για κάθε άτομο, καθώς και το δικαίωμα να λαμβάνει μέρος στη διαμόρφωση της πολιτικής, της παραγωγής και της διανομής των τροφίμων.
Η διατροφική δημοκρατία επιδιώκει να ενδυναμώσει τις κοινότητες να συμμετέχουν σε διαφανή, χωρίς αποκλεισμούς και με δημοκρατική διακυβέρνηση τοπικά διατροφικά συστήματα και προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη, τη βιωσιμότητα και την ισότητα”.
Βάσει του παραπάνω ορισμού λοιπόν, η διατροφική δημοκρατία είναι ένα ζήτημα εγγενώς πολιτικό, καθώς δίνει έμφαση στο ρόλο των “διατροφικών πολιτών” -και όχι απλών καταναλωτών- στη διαμόρφωση του συστήματος τροφίμων, υπογραμμίζοντας την ευθύνη τους για την υποστήριξη πολιτικών που δίνουν προτεραιότητα στην ευημερία των κοινοτήτων έναντι των εταιρικών συμφερόντων.
Πράγματι, ενώ η πρόσβαση σε τρόφιμα θεωρείται θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, ωστόσο, συχνά διαμορφώνεται από πολιτικούς παράγοντες, όπως η εισοδηματική ανισότητα, οι διακρίσεις και διάφορα συστημικά εμπόδια, που συνήθως δίνουν προτεραιότητα στα κέρδη των εταιρειών του κλάδου. Έτσι, η ανάπτυξη της πολιτικής τροφίμων επηρεάζεται από χιλιάδες ενδιαφερόμενους φορείς, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνητικών, εκπροσώπων επιχειρηματικών συμφερόντων και οργανώσεων βάσης. Παράλληλα, το νομικό πλαίσιο στον τομέα καθορίζει τα πάντα, από τα πρότυπα ασφάλειας των τροφίμων έως τις γεωργικές επιδοτήσεις και φαίνεται να ευνοεί συχνά τις μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις σε βάρος των αγροτών μικρής κλίμακας και των διατροφικών πολιτών.
Υπό αυτό το πρίσμα, τα κινήματα βάσης και οι κοινοτικές οργανώσεις διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στην υποστήριξη πολιτικών που προάγουν τη διατροφική δικαιοσύνη και ισότητα.
Σήμερα, για παράδειγμα, ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την επίτευξη της δημοκρατίας στα τρόφιμα είναι η οικονομική προσιτότητα επιλογών υγιεινής διατροφής. Σε πολλές κοινότητες, ιδιαίτερα σε εκείνες με πληθυσμό χαμηλότερου εισοδήματος, η πρόσβαση σε φρέσκα και θρεπτικά τρόφιμα περιορίζεται για οικονομικούς λόγους. Η επικράτηση φθηνών, επεξεργασμένων τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη, αλάτι και ανθυγιεινά λίπη συχνά αποδίδεται σε συστημικές ανισότητες, όπου οι επιδοτήσεις και τα κίνητρα ωφελούν δυσανάλογα τους μεγάλους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων και τους παραγωγούς επεξεργασμένων τροφίμων. Ως αποτέλεσμα, τα άτομα και οι οικογένειες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες μπορεί να αναγκαστούν να δώσουν προτεραιότητα στο κόστος έναντι της θρεπτικής αξίας- και αρκετές φορές, της ποσότητας- όταν λαμβάνουν αποφάσεις για την αγορά τροφίμων, διαιωνίζοντας κύκλους κακής διατροφής και επισιτιστικής ανασφάλειας.
Επιπλέον, πρόσφατα, τόσο η πανδημία COVID-19 όσο και ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσαν διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων υπογραμμίζοντας την ευπάθεια τους και ως αποτέλεσμα ανέδειξαν μια αυξανόμενη δυναμική για μεταρρυθμίσεις πολιτικής που δίνουν προτεραιότητα στην επισιτιστική κυριαρχία, την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Όμως, καίτοι “τα τρόφιμα είναι πολύ σημαντικά για να τα αφήσουμε στις δυνάμεις της αγοράς” (PAN North America, 2015), γίνεται αντιληπτό ότι αν και η γοητεία της ενδυνάμωσης ατόμων και κοινοτήτων να συνδιαμορφώσουν τα συστήματα διατροφής τους είναι αδιαμφισβήτητη, ωστόσο, η ιδεαλιστική έλξη της διατροφικής δημοκρατίας μετριάζεται από τη συνειδητοποίηση ότι η επίκληση αφηρημένων εννοιών, όπως το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να μην αρκεί για την επίτευξη απτής προόδου στην υλοποίησή της.
Σε αυτή την επιδίωξη, πρέπει να υπάρξει στροφή προς συγκεκριμένες δράσεις και πολιτικές αντιμετώπισης των συστημικών ανισοτήτων που έχουν εδραιωθεί στα σημερινά συστήματα τροφίμων. Αυτό συνεπάγεται την υπεράσπιση πρωτοβουλιών που υποστηρίζουν τους τοπικούς αγρότες, τη βελτίωση συνθηκών εργασίας στον αγροτικό τομέα, την προώθηση αγροτικών έργων, κ.α. Ακόμα, η διαφάνεια στην επισήμανση των τροφίμων και η προώθηση βιώσιμων γεωργικών πρακτικών αποτελούν καίρια βήματα προς την προώθηση ενός πιο δίκαιου και βιώσιμου διατροφικού τοπίου.
Μέσα από αυτές τις πρακτικές, η έννοια της "ήρεμης αντίστασης", όπως διατυπώνεται από ερευνητές, όπως ο James C. Scott, δηλαδή λεπτές, καθημερινές πράξεις περιφρόνησης ενάντια στα καταπιεστικά συστήματα, μπορεί να αναδειχτεί ως μια ενδιαφέρουσα πτυχή. Στο πλαίσιο της διατροφικής δημοκρατίας, η ήρεμη αντίσταση δίνει πολιτική διάσταση στις καθημερινές ενέργειες ατόμων και κοινοτήτων που αμφισβητούν κυρίαρχες αφηγήσεις σχετικά με την παραγωγή και την κατανάλωση τροφίμων και υιοθετούν εναλλακτικές επιλογές ενάντια στη βιομηχανική κυριαρχία των αγροδιατροφικών προϊόντων.
Σαφώς, μια τέτοια στάση δε διορθώνει δημοκρατικά ελλείμματα, αλλά μπορεί, σε κάποιο βαθμό, να αντιμετωπίσει τις αρνητικές επιπτώσεις της εντατικής και ανταγωνιστικής γεωργίας στα συστήματα τροφίμων, ενώ παράλληλα δημιουργεί τις απαραίτητες προϋποθέσεις για την προώθηση μιας ποικιλίας δημοκρατικών προσεγγίσεων, όπως η ανάπτυξη και ενίσχυση συνεργατικών και συλλογικών διαδικασιών στον αγροδιατροφικό τομέα.
Όποιος ενδιαφέρεται για περισσότερες πληροφορίες, επισυνάπτονται οι παρακάτω σύνδεσμοι στους οποίους μπορεί να ανατρέξει:
Anderson, M., "Expanding food democracy: a perspective from the United States"
Pungas, L., "Dachas and food democracy—What makes a (good) food citizen?"